Λεωνίδας Ιωαννίδης :«Ερασιτέχνες δολοφόνοι»
Ο Λεωνίδας Ιωαννίδης είναι σήμερα καλεσμένος στη στήλη των συνεντεύξεων και μας μίλησε για το βιβλίο του ,το μαύρο χιούμορ αλλά και για κοινωνικά θέματα, που ακόμη και σήμερα υπάρχουν και διαιωνίζονται.
Επιμέλεια συνέντευξης: Βασιλική Ευαγγέλου-Παπαθανασίου
Ο Λεωνίδας Ιωαννίδης είναι τοπογράφος μηχανικός. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ζει στη Χαλκίδα. Από το 2007 κρατάει τη στήλη του χρονογραφήματος στην εφημερίδα «Ευβοϊκή Γνώμη» με γενικό τίτλο άλλοτε «Εναγωνίως, και καθέτως», άλλοτε «Μυαλά πανέ» και τελευταίως «Ιστορίες για αγρίους… και μη». Το 2018 εκδόθηκε το βιβλίο του «Μικρές ιστορίες οι οποίες…» και το 2019 δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην «Ευβοϊκή Γνώμη» το αστυνομικό του μυθιστόρημα «Η εξαφάνιση της Έρσης». Το αστυνομικό του μυθιστόρημα «Ερασιτέχνες δολοφόνοι» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή.
«Ερασιτέχνες δολοφόνοι» είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου του Λεωνίδα Ιωαννίδη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή.
Μαύρο χιούμορ, πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να γράψει ένας συγγραφέας;
Το μαύρο χιούμορ το χρησιμοποιεί ένας συγγραφέας για να αποδομήσει καταστάσεις που –αντικειμενικά–μπορεί να προκαλούν στεναχώρια, τρόμο κ.λπ. Αναφέρω π.χ. τις διαδικασίες που ακολουθούνται σε μια κηδεία: Ο συγγραφέας Ιωάννης Κονδυλάκης, στο διήγημα του «Όταν ήμουν δάσκαλος», εξιστορεί τις καταστάσεις που βίωσε όταν, ως δάσκαλο, τον καλούν να εκφωνήσει τον επικήδειο για νεκρό που δεν γνώριζε καθόλου. Ενώ λοιπόν στην εκκλησία επικρατεί η οδύνη των συγγενών, ο αναγνώστης δεν κρατά τα γέλια που του προκαλούν η αμηχανία κι οι βλακείες που αναγκάζεται να εκστομίσει ο ομιλητής – συγγραφέας.
Είναι δύσκολο να κάνει κάτι τέτοιο ένας συγγραφέας; Όχι τόσο, υπό την προϋπόθεση πως έχει μάθει να βλέπει τη ζωή από την εύθυμη πλευρά της, όπως και τον θάνατο βεβαίως… Αυτό απαιτεί ωριμότητα.
Αλλά, τώρα, ίσως πρέπει να αναρωτηθούμε, πώς γίνεται κάποιος μυθιστοριογράφος ή διηγηματογράφος ή χρονογράφος. Γι’ αυτό, ξέρω ένα πράγμα: κανείς δεν μπορεί να θεωρηθεί τέτοιος δημιουργός, αν του λείπει γενικώς το χιούμορ…
Υπάρχει το τέλειο έγκλημα;
Προφανώς με τον χαρακτηρισμό «τέλειο» εννοείτε το έγκλημα που παραμένει ατιμώρητο. Υπό την έννοια αυτή, ναι, χιλιάδες εγκλήματα παραμένουν ανεξιχνίαστα και επομένως ατιμώρητα. Οι δε αντίστοιχοι εγκληματίες έχουν διαπράξει το τέλειο έγκλημα. Δηλαδή, όσο δεν υπάρχουν τέλειοι αστυνομικοί, θα υπάρχουν τέλεια εγκλήματα.
Ποιόν συγγραφέα της αστυνομικής λογοτεχνίας θαυμάζετε;
Πολλούς. Ενδεικτικά – και τούς ζητώ συγνώμη αν ξεχνώ κάποιους: Τζέιμς Τσέιζ, Φίλιπ Κερ, Μάικλ Κόνελι Γιάννης Μαρής και Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. (Αυτουνού του τελευταίου οι ήρωες, αν και διαπράττουν τέλεια εγκλήματα, στο τέλος τιμωρούνται φρικτά μόνο από τις Ερινύες τους – μόνο από τον Θεό).
Τι σας ενέπνευσε για να γράψετε τους Ερασιτέχνες δολοφόνους;
Μα η ανταλλαγή φόνων, που, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να οδηγήσει στο τέλειο έγκλημα. Αν θέλετε να απαλλαγείτε από κάποιον, διαβάστε παρακαλώ το βιβλίο. Ένας κριτικός έγραψε πως στο βιβλίο μου εμφανίζεται πολύ επιτυχημένα ο όρος «ανδροκτονία», κατ’ αντιπαράθεση ίσως με τον εσχάτως διαδεδομένο όρο «γυναικοκτονία». Να ’ναι καλά ο άνθρωπος. Εμένα πάντως δε μου είχε περάσει κάτι τέτοιο από το μυαλό – η δολοφονία είτε ανδρός είτε γυναικός για ανθρωποκτονία μου μοιάζει.
Ποια είναι τα συναισθήματά σας για την έκδοση της δουλειάς σας;
Ικανοποίηση μεγάλη. Όταν είδα τυπωμένο το βιβλίο ήταν κάτι σαν γέννα (και να ’ναι καλά η «Πνοή» και οι εκδότες μου κ. Κάκια και Δημήτρης Καραναστάσης).
Με ποιο κριτήριο επιλέξατε το θέμα του βιβλίου σας;
Να σας πω… Τώρα που το σκέφτομαι (διότι να ομολογήσω ότι πρώτη φορά αναρωτιέμαι κι εγώ γι’ αυτό) μάλλον, σχεδόν υποσυνείδητα, επέλεξα ένα θέμα που θα μπορούσε να γίνει σενάριο για σίριαλ: όλα τα σίριαλ πρέπει να έχουν έναν φόνο, ένα νοσοκομείο, έναν τραγικό έρωτα. Στο βιβλίο μου, λοιπόν, υπάρχουν πολλοί φόνοι, πολλοί έρωτες και, βεβαίως, ένα νοσοκομείο.
Ποια προσωπικότητα σας «παίδεψε» πιο πολύ, διότι απείχε πολύ από τον δικό σας ψυχισμό;
Καμία απολύτως. Όλους τους χαρακτήρες του βιβλίου, κάποια στιγμή στη ζωή μου, τους έχω συναντήσει και συναναστραφεί. Ήταν –γυναίκες και άνδρες– πολύ ειλικρινείς και ιδιαίτερα φιλικοί.
Γράφετε κάτι νέο;
Μάλιστα – δύο νέα. Όμως, το πότε θα τα διαβάσετε αυτά είναι άλλη ιστορία… Ξεκινάω κάτι, το φτάνω κάπου, το βάζω στο συρτάρι, το πιάνω ξανά μετά από καιρό και το συνεχίζω. Εντωμεταξύ βασανίζομαι με τους χαρακτήρες: θέλω να τους έχω όλους ψυχολογήσει, να γνωρίζω τα ελαττώματά τους, να έχω διερευνήσει τα όριά τους. Αν κάποιος δεν ταιριάζει στην υπόθεση του βιβλίου, αλλάζω την υπόθεση – όχι το πρόσωπο, διότι το έχω εντωμεταξύ αγαπήσει και δε θέλω να το αποχωριστώ.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, μόνο ετούτο το μυθιστόρημα έφθασε να εκδοθεί. Όλα τα άλλα που έχω γράψει και δημοσιεύσει είναι διηγήματα και χρονογραφήματα. Μια σειρά διηγημάτων μου έχει βγει σε βιβλίο. Πολύ επιτυχημένο: η πρώτη έκδοση ήδη εξαντλήθηκε – την αγόρασα όλη ο ίδιος… Την επόμενη σειρά, τώρα την προετοιμάζω και θα έχει τίτλο «Ιστορίες για αγρίους… και μη».