Ελευθερία Μεταξά:«Ίχνος στον καθρέφτη»
Η Ελευθερία Μεταξά πιστεύει ότι η λογοτεχνία αποτελεί τον «καθρέφτη» της πραγματικότητας. Ο συγγραφέας είναι ένας ευαίσθητος δέκτης και μοιραία επηρεάζεται από ό,τι συμβαίνει γύρω του, εντάσσοντάς το με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στην ιστορία.Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε στο femalevoice μας μίλησε για το νέο της βιβλίο “ίχνος στον καθρέφτη” και για το αστυνομικό μυθιστόρημα.
Επιμέλεια συνέντευξης : Βασιλική Ευαγγέλου-Παπαθανασίου
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Μίνωας» το βιβλίο σας με τίτλο «Ίχνος στον καθρέφτη». Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το νέο σας πόνημα;
-Το «Ίχνος στον καθρέφτη» αποτελεί τη νέα περιπέτεια του αγαπημένου μου αστυνομικού διδύμου, του Μάνου Βαρσάμη και της Έλσας Γληνού. Όλα ξεκινούν όταν η Έλσα ανακαλύπτει τυχαία γραμμένο σε έναν καθρέφτη ένα μισοσβησμένο μήνυμα, μια έκκληση για βοήθεια, που η ίδια θεωρεί ότι σχετίζεται με τον Γύπα, έναν διαβόητο καταζητούμενο κακοποιό, ο οποίος κατηγορείται για την απαγωγή έφηβων κοριτσιών. Κανείς δεν συμμερίζεται τις ανησυχίες της, μόλις όμως ένα φέρελπις συγγραφέας με το παράξενο ψευδώνυμο Βοΐων Τουρής εμφανίζεται στη ΓΑΔΑ για να καταγγείλει ότι ο Γύπας αντιγράφει τα εγκλήματα που περιγράφει στο μυθιστόρημά του, η κατάσταση παίρνει διαφορετική τροπή. Ακολουθώντας την πλοκή της ιστορίας του Τουρή, η αστυνομία εντοπίζει τα πτώματα των κοριτσιών και ξεκινά ξανά τις έρευνες για τη σύλληψη του Γύπα. Τρεις νέες δολοφονίες θα στρέψουν όλες τις υποψίες στον Τουρή, που μάταια προσπαθεί να αποδείξει την αθωότητά του. Ο Μάνος και η Έλσα σύντομα συνειδητοποιούν ότι για να ρίξουν φως στην υπόθεση, θα πρέπει να επιστρέψουν νοερά στον 19ο αιώνα, στην εποχή των «καταραμένων ποιητών», αφού εκεί κρύβεται το κλειδί για τη διαλεύκανση του μυστηρίου.
Το βιβλίο σας είναι καλογραμμένο και έχετε δείξει μεγάλη προσοχή στη γραφή. Θέλετε να μας μιλήσετε για τη διαδικασία συγγραφής και την επιμέλεια που ενδελεχώς κάνετε, κάτι που αντικατοπτρίζεται στα κείμενά σας;
- Σας ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια. Ίσως για την προσοχή στη γραφή να ευθύνονται και οι σπουδές μου στη φιλολογία και τη δημοσιογραφία. Πιστεύω, άλλωστε, ότι και η πιο ευφάνταστη και δυνατή ιστορία μπορεί να καταστραφεί, αν είναι κακογραμμένη. Παράλληλα με τη συγγραφή, κάνω πάντα και μια εκτενή έρευνα για το θέμα με το οποίο ασχολούμαι, ώστε να συγκεντρώσω όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και να αποφύγω τις ανακρίβειες. Προσπαθώ να επιμεληθώ όσο καλύτερα μπορώ τα βιβλία μου, αλλά οφείλω ένα τεράστιο ευχαριστώ και στην επιμελήτριά μου, τη Χριστίνα Τούτουνα, που πάντα με προφυλάσσει από «ατοπήματα» και με επαναφέρει στον ίσιο δρόμο όταν παρασύρομαι από την έμπνευση.
Ποιο θα λέγατε ότι είναι το βαθύτερο θέμα στο μυθιστόρημά σας;
- Στο βιβλίο, πάντα με φόντο το έγκλημα, θίγονται πολλά θέματα. Νομίζω, όμως, ότι ένα από τα πιο σημαντικά είναι οι οικογενειακές σχέσεις και ο τρόπος με τον οποίον μπορούν να επηρεάσουν -είτε θετικά είτε αρνητικά- τη ζωή ενός ανθρώπου, να τον βοηθήσουν να ολοκληρωθεί ως προσωπικότητα ή να τον καταστρέψουν.
Τι σας απασχολούσε βαθύτερα προσωπικά πίσω από τις σελίδες του βιβλίου;
- Συχνά αναρωτιέμαι πώς μπορεί ένας άνθρωπος να εθελοτυφλεί, τι είναι αυτό που τον οδηγεί να κλείνει τα μάτια του και να αρνείται να δει την πραγματικότητα. Υπάρχει, λοιπόν, στο βιβλίο κάποιος ήρωας (δεν μπορώ, φυσικά, να σας αποκαλύψω ποιος) που ενώ ουσιαστικά βλέπει την αλήθεια, δεν θέλει να την παραδεχτεί και δικαιολογεί τα πάντα, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι με αυτόν τον τρόπο διαιωνίζει μια αρρωστημένη κατάσταση.
Από τη Δημοσιογραφία και τα θεατρικά έργα περάσατε στη συγγραφή μυθιστορημάτων, στην αφήγηση μόνο με λέξεις. Πώς έγινε αυτή η μετάβαση;
- Τόσο η δημοσιογραφία όσο και η υποκριτική συνέβαλαν (και εξακολουθούν να συμβάλουν) σε μεγάλο βαθμό στη συγγραφή: η πρώτη στη γραφή και στη διεξαγωγή της έρευνας και η δεύτερη στη διάπλαση των χαρακτήρων και της ιστορίας. Πάντα, όταν γράφω, προσπαθώ να αναπαραστήσω υποκριτικά κάθε «σκηνή» της πλοκής, για να βεβαιωθώ ότι είναι ζωντανή, παραστατική και (κυρίως) αληθινή και πειστική. Επομένως, η μετάβαση από τη δημοσιογραφία και την υποκριτική στην αφήγηση με λέξεις ήταν ιδιαίτερα ομαλή. Άλλωστε, έγραφα από την εποχή που ήμουν έφηβη, η συγγραφή δεν προέκυψε τα τελευταία χρόνια.
Γράφετε μυθιστόρημα και είστε ένας άνθρωπος που αγαπά τη Λογοτεχνία. Πιστεύετε ότι η ενίσχυση της αγάπης για το διάβασμα θα βοηθήσει να δημιουργήσουμε μια καλύτερη παιδεία;
- Μα, υπάρχει καλύτερος τρόπος για την καλλιέργεια της παιδείας από το διάβασμα; Μέσα από τις σελίδες των βιβλίων, μέσα από τις ιστορίες που αφηγούνται οι συγγραφείς, περνούν αξίες ανεκτίμητες: η αγάπη, η φιλία, η δικαιοσύνη, ο σεβασμός, η ισότητα, η κατανόηση, η διαλλακτικότητα, ο ανθρωπισμός. Διαβάζοντας, «ανοίγουμε» το μυαλό μας, καταργούμε τα στεγανά, βλέπουμε τον κόσμο με άλλα μάτια, γνωρίζουμε και κατανοούμε ό,τι μας είναι άγνωστο ή μας φοβίζει με τη διαφορετικότητά του. Οι γνώσεις που παίρνουμε από το σχολείο ή από τις σπουδές μας μπορεί να επαρκούν για την επαγγελματική μας πορεία, όμως για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας απαιτείται κάτι πολύ ευρύτερο, η παιδεία. Η έλλειψή της είναι που έχει οδηγήσει την κοινωνία, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παντού στον κόσμο, στα τόσο θλιβερά φαινόμενα παθογένειας και η καλλιέργειά της είναι ο μοναδικός τρόπος να τα καταπολεμήσουμε.
Είστε ένα ανήσυχο πνεύμα που προσπαθεί να βρει ανθρώπους με κοινές ιδέες και αντιλήψεις, όνειρα και ελπίδες, για να συμπορευτεί.
- Γενικά, δεν μου αρέσει να επαναπαύομαι. Ασχολούμαι με πολλά πράγματα και θέλω να μαθαίνω διαρκώς καινούργια, να «ανοίγω» το μυαλό μου. Και είναι πραγματικά ευχής έργον όταν συναντώ στον δρόμο μου ανθρώπους που μοιραζόμαστε ιδέες, ελπίδες, όνειρα και αγωνίες, που πιστεύουμε ότι μπορούμε να προσπαθήσουμε για το καλύτερο. Ξέρετε, θυμώνω πολύ όταν ακούω κάποιους να παραπονιούνται για άσχημες καταστάσεις, παράλληλα όμως να λένε: «Έτσι είναι και δεν αλλάζει». Τα πάντα αλλάζουν, αρκεί να το θέλουμε.
Οι τίτλοι των βιβλίων σας είναι πρωτότυποι. Με ποιο τρόπο βαφτίζετε τα έργα σας;
- Σχεδόν πάντα ο τίτλος του βιβλίου είναι το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό μου και έχει άμεση σχέση με την υπόθεση του βιβλίου. Κατά κάποιον τρόπο αποτελεί το έναυσμα, την αρχή μιας ιστορίας. Δεν είναι κάτι που μπορώ να εξηγήσω με λόγια, συμβαίνει κατά κάποιον μαγικό τρόπο αυτόματα.
Ποια είναι η σχέση της λογοτεχνίας με την εκάστοτε πραγματικότητα;
- Πιστεύω πως η λογοτεχνία αποτελεί τον «καθρέφτη» της πραγματικότητας. Ο συγγραφέας είναι ένας ευαίσθητος δέκτης και μοιραία επηρεάζεται από ό,τι συμβαίνει γύρω του, εντάσσοντάς το με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στην ιστορία. Διαβάζοντας βιβλία που διαδραματίζονται σε άλλες εποχές, αντιλαμβανόμαστε πάντα και το συγκείμενο, το πλαίσιο δηλαδή αναφοράς του έργου, τα ιστορικά, ιδεολογικά και κοινωνικά δεδομένα των συνθηκών παραγωγής του.
Πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν τα συναισθήματα στην επαφή σας με το χαρτί ;
-Μπορεί να ακουστεί παράξενο, αλλά προσπαθώ να μην επηρεάζομαι από τα δικά μου συναισθήματα όταν γράφω∙ λειτουργώ, ας πούμε, ως ηθοποιός. Ο ηθοποιός καλείται να ερμηνεύσει έναν ρόλο, έναν χαρακτήρα που έχει τον δικό του συναισθηματικό κόσμο, ο οποίος ενδέχεται να είναι εντελώς διαφορετικός από εκείνον που τον υποδύεται. Όπως ο ηθοποιός προσπαθεί να κατανοήσει τον συναισθηματικό κόσμο του ήρωα που ερμηνεύει, ώστε να τον αποδώσει με τη μέγιστη δυνατή αληθοφάνεια, έτσι κι εγώ πασχίζω να ψυχογραφήσω τους χαρακτήρες των βιβλίων μου, να κατανοήσω τα δικά τους συναισθήματα, να καταλάβω πώς θα ένιωθαν και πώς θα αντιδρούσαν αυτοί σε μια συγκεκριμένη κατάσταση. Μπορεί ενίοτε τα συναισθήματά μας να ταυτίζονται, κάποιες φορές ωστόσο είναι εντελώς διαφορετικά.
Όταν πηγαίνατε στο βιβλιοπωλείο, είχατε ποτέ φανταστεί ότι μια μέρα θα κοσμούσε τα ράφια του ένα βιβλίο που θα έφερε την υπογραφή σας;
- Η συγγραφή ήταν ανέκαθεν ένα κρυφό μου όνειρο. Από μικρή, όταν πήγαινα με τους γονείς μου στο βιβλιοπωλείο και έβλεπα στα ράφια όλα εκείνα τα βιβλία, ονειρευόμουν πως κάποια μέρα θα υπάρχουν εκεί και δικά μου μυθιστορήματα, αφού από τότε σκάρωνα στο μυαλό μου και στο χαρτί μικρές ιστορίες. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια μέχρι να βρω το θάρρος να πραγματοποιήσω αυτό το όνειρο, αφού ο φόβος της απόρριψης με απέτρεπε να στείλω ένα μου βιβλίο σε εκδοτικό οίκο. Από τη στιγμή, όμως, που αποφάσισα ότι η απόρριψη είναι ένα ενδεχόμενο που οφείλω να αποδεχτώ, ξεκίνησε για μένα αυτό το υπέροχο ταξίδι στον κόσμο στης συγγραφής.
Ποια ήταν η σχέση σας με το βιβλίο πριν ασχοληθείτε δημιουργικά με αυτό;
-Το βιβλίο αποτελούσε ανέκαθεν μια μεγάλη αγάπη για μένα. Από παιδί λάτρευα να χάνομαι στις σελίδες των βιβλίων, να μαθαίνω καινούργια πράγματα, να ταξιδεύω νοερά στους απίθανους κόσμους που έπλαθαν οι συγγραφείς. Επειδή ήμουν πολύ εσωστρεφής, το διάβασμα αποτελούσε το καταφύγιό μου, τη δική μου απόδραση από την καθημερινότητα. Τα τελευταία χρόνια ομολογώ ότι δεν διαβάζω τόσο όσο παλιότερα, γιατί οι υποχρεώσεις είναι πολλές και ο χρόνος λίγος. Το καλοκαίρι, όμως, που έχω περισσότερο ελεύθερο χρόνο, φροντίζω να απολαύσω όσα περισσότερα βιβλία μπορώ.
Σας ευχαριστώ πολύ για τη φιλοξενία και εύχομαι ό,τι καλύτερο!
Ελευθερία Μεταξά
Οπισθόφυλλο
Βοήθεια! Με άρπαξε ο Γύπας!»
Πώς μπορεί να συνδέεται ένα τέτοιο μήνυμα, γραμμένο πρόχειρα πάνω σε έναν καθρέφτη, με τους καταραμένους ποιητές του 19ου αιώνα; Πώς σχετίζεται με τις απαγωγές και τις δολοφονίες έφηβων κοριτσιών ο φέρελπις συγγραφέας με το παράδοξο όνομα Βοΐων Τουρής; Είναι άραγε αυτός ο ίδιος ο «Γύπας» ή μήπως ο διαβόητος καταζητούμενος αντέγραψε την υπόθεση του βιβλίου του προκειμένου να τον εμπλέξει, για κάποιον άγνωστο λόγο, στα εγκλήματά του;
Σε αυτά τα ερωτήματα καλούνται να απαντήσουν ο συνταξιούχος αστυνομικός και νυν ιδιωτικός ερευνητής Μάνος Βαρσάμης και η συνεργάτιδά του, η ψυχολόγος Έλσα Γληνού. Πασχίζοντας να ξετυλίξουν το κουβάρι αυτής της τόσο περίπλοκης υπόθεσης, θα βρεθούν αντιμέτωποι με έναν παρανοϊκό και αδίστακτο δολοφόνο που, κρυμμένος καλά στο σκοτάδι, σκορπίζει γύρω του τον τρόμο και τον θάνατο με όπλο του το αψέντι, επισφραγίζοντας τη φρίκη με την ευωδιά των τριαντάφυλλων…